Υστεροσκόπηση

Η Υστεροσκόπηση αποτελεί μία ενδοσκοπική τεχνική στη γυναικολογία με την οποία έχουμε τη δυνατότητα να ελέγξουμε το εσωτερικό της μήτρας.

Μπορεί να είναι διαγνωστική και χειρουργική για την αντιμετώπιση παθολογικών καταστάσεων του τραχήλου της μήτρας αλλά και του εσωτερικού ιστού της μήτρας, του ενδομητρίου.

Χρησιμοποιείται μια λεπτή κάμερα (υστεροσκόπιο) διακολπικά στον τράχηλο της μήτρας και εν συνεχεία στην ενδομητρική κοιλότητα. Η μεγέθυνση και η άμεση όραση επιτρέπουν τον έλεγχο της ενδομητρικής κοιλότητας με ακρίβεια.

Ποιες είναι οι κυριότερες ενδείξεις υστεροσκόπησης;

Η υστεροσκόπηση γίνεται για καταστάσεις όπου απαιτείται άμεση εκτίμηση της παθολογίας της ενδομήτριας κοιλότητας που εκφράζεται με ανώμαλη αιμορραγία από τη μήτρα. Χρησιμοποιείται επίσης σε περιπτώσεις υπογονιμότητας. Έτσι οι βασικές ενδείξεις είναι:

 

    • Διαταραχές της εμμήνου ρύσεως
    • Μετεμμηνοπαυσιακή κολπική αιμόρροια
    • Υπογονιμότητα (άμεση διάγνωση και λύση ενδομήτριων συμφύσεων, διαφραγμάτων)
    • Αφαίρεση τραχηλικού ή ενδομητρικού πολύποδα
    • Αφαίρεση υποβλεννογόνιων ινομυωμάτων

Ποια είναι η διαδικασία εξέτασης;

Η εξέταση γίνεται:

    • Με ελαφρά αναισθησία (μέθη).
    • Απαιτείται παραμονή στο νοσοκομείο 2-4 ώρες.
    • Ο πόνος μετά την υστεροσκόπηση είναι παρόμοιος με πόνο περιόδου για 1-2 μέρες και αντιμετωπίζεται με απλά παυσίπονα.
    • Μια μικρή κολπική αιμόρροια είναι φυσιολογική και αναμενόμενη μετά από την επέμβαση και μπορεί να διαρκέσει λίγες ημέρες.
    • Η γυναίκα επιστρέφει στις δραστηριότητές της την επόμενη μέρα χωρίς κανέναν απολύτως περιορισμό.

Οι επιπλοκές της διαγνωστικής υστεροσκόπησης εμφανίζονται σε ποσοστό 0-1% και είναι η αιμορραγία, η φλεγμονή, η διάτρηση της μήτρας, η εμβολή από αέριο ή άλλα διατατικά μέσα, το κοιλιακό άλγος, η ναυτία και οι έμετοι. Οι επιπλοκές της χειρουργικής υστεροσκόπησης εμφανίζονται σε ένα ποσοστό περίπου 5%.